Στην ελληνική μυθολογία ο Ικμάλιος ήταν ο τεχνίτης από την Ιθάκη, ο οποίος σχεδίασε και κατεσκεύασε το πολυτελές κρεβάτι της Πηνελόπης. Ο ίδιος επιμελήθηκε τη διακόσμησή του, από ελεφαντόδοντο και ασήμι. Αυτό το κρεβάτι δεν πρέπει να συγχέεται με το κρεβάτι του Οδυσσέα, που το είχε φτιάξει ο ίδιος ο Οδυσσέας πάνω στον κορμό ελιάς και η περιγραφή του από τον Οδυσσέα έκανε την Πηνελόπη να τον αναγνωρίσει μετά τη σφαγή των μνηστήρων.
1) Ζητιάνος στην Ιθάκη, γνωστός από την Οδύσσεια. Το όνομά του ήταν Αρναίος, αλλά οι μνηστήρες της Πηνελόπης και «τα παιδιά μεσ' στο χωριό τονε φωνάζανε Ίρο» (Οδύσσεια, ραψωδία σ, στίχος 6, μετάφραση Ζήσιμου Σίδερη), καθώς έκανε και τον αγγελιαφόρο: «ούνεκ' απαγγέλλεσκε κιών, ότε πού τις ανώγοι» (σ 7, ως γνωστό η Ίρις ήταν η αγγελιαφόρος των θεών). Ο Ίρος προσέβαλε τον Οδυσσέα, επειδή ο τελευταίος ήταν μεταμφιεσμένος σε ζητιάνο και τον έβλεπε έτσι ως «ανταγωνιστή»:
«Φεύγα απ' την πόρτα, κνώδαλο, να μη σε ποδοσύρω! / Δε βλέπεις πως μου κάνουνε το μάτι να σε διώξω; / Εγώ όμως το 'χω σε ντροπή. Μον' σήκω, μην πιαστούμε». / Τότε λοξά τον κοίταξε κι έτσι ο Δυσσέας τού 'πε: / «Καημένε, εγώ δε σ' έβλαψα, κακό δε σού 'πα λόγο, / μήτε ζηλεύω αν πιο πολλά κανείς σε σένα δώσει. / Να, το κατώφλι και τους δυό μάς παίρνει... / Μα να πιαστούμε μη ζητάς στα χέρια, μη μ' ανάψεις / και σου τα βάψω μ' αίματα το στήθος και τα χείλια...» / Τότε έτσι του 'πε με θυμό κι ο Ίρος ο ζητιάνος: / «Μωρέ για ιδείτε η γλώσσα του του φωνακλά πώς τρέχει, / σαν της γριάς της καμινούς, που μια να φάει θα λιώσει, / κι απ' τις μασέλες καταγής τα δόντια του θα πέσουν, .../ Ανασκουμπώσου το λοιπόν κι αυτοί να μας γνωρίσουν / στο ξύλο. Βρε παλιόγερε, με νιο πώς θα τα βάλεις;» (σ 10-16, 20, 21, 25-28, 30, 31)
Ο Αντίνοος αντιλήφθηκε ότι μάλωναν και φώναξε και τους άλλους μνηστήρες να τους δουν και να διασκεδάσουν. Τους είπε ότι όποιος νικούσε θα έτρωγε πάντα από το φαγητό τους, ενώ δεν θα άφηναν κανένα άλλο ζητιάνο να μπει ποτέ. Ο Οδυσσέας έβαλε τους μνηστήρες να ορκιστούν ότι δεν θα βοηθούσαν στην πάλη αυτή τον Ίρο, όπως και έγινε, ενώ επιπλέον ο Τηλέμαχος πήρε τον λόγο και του είπε:«Ξένε, αν το λέει η άφοβη καρδιά σου μεσ' στα στήθια, / σιγύρνα αυτόν, κι άλλο Αχαιό μη φοβηθείς κανένα. / Θα 'χει να κάμει με πολλούς όποιος χτυπήσει εσένα.» (σ 61-63). Τότε έγινε η πάλη (σ 95-100) που τελείωσε πολύ γρήγορα, καθώς με το πρώτο χτύπημα του Οδυσσέα ο Ίρος εξουδετερώθηκε. Στη συνέχεια, ο Οδυσσέας τον έπιασε από το ένα πόδι, τον έβγαλε στην αυλή, τον κάθισε στον φράχτη και δίνοντάς του ένα ραβδί του είπε: «Κάτσε δω τώρα τα σκυλιά να διώχνεις και τους χοίρους, / να μάθεις ξένων και φτωχών δυνάστης να μην είσαι, / λέρα, μην τύχει και σε βρει κακό σαν πιο μεγάλο.» (σ 105-107). Επιστρέφοντας στο παλάτι, ο Οδυσσέας γίνεται ευμενώς δεκτός από τους μνηστήρες επειδή «γλύτωσε τον τόπο από τον φαγά τον Ίρο» (απέπαυσεν τούτον τον άναλτον αλητεύειν, σ 114), αφού τώρα θα τον πάνε στην απέναντι της Ιθάκης ηπειρωτική ακτή, «στο βασιλιά τον Έχετο, που ανθρώπους δε λυπάται» (σ 116). Αργότερα ο Τηλέμαχος αναφέρεται στον Ίρο λέγοντας ότι κάθεται ακόμα στις αυλόπορτες «με το κεφάλι του γυρτό, σα να 'ναι μεθυσμένος / και να σταθεί δεν δύναται ορθός στα δυό του πόδια, / μήτε να πάει στο σπίτι του, γιατί η ψυχή του βγαίνει» (σ 240-242).
Στην ελληνική μυθολογία ο `Ιτυλος ήταν γιος του Ζήθου και της Αηδόνας, σύμφωνα με μία από τις εκδοχές του μύθου της τελευταίας. Η Αηδόνα είχε τον Ίτυλο μοναχοπαίδι, ενώ η αδελφή του συζύγου της, η Νιόβη, είχε πολλά παιδιά και καυχιόταν τόσο πολύ ώστε γέννησε στην ψυχή της Αηδόνας τη ζήλεια. Κυριευμένη από το πάθος της, πήγε να σκοτώσει ένα από τα παιδιά της Νιόβης, αλλά από τραγικό λάθος σκότωσε τον γιο της τον Ίτυλο, που κοιμόταν μαζί με τα ανήψια της. Τότε μεταμορφώθηκε στο ομώνυμο πουλί, το αηδόνι, και θρηνεί από τότε τον σκοτωμό του αγαπημένου της παιδιού. Ο μύθος είναι πολύ παλαιός, αφού αναφέρεται σε αυτόν η Πηνελόπη στην Οδύσσεια (τ 520-524).
Facebook αστεία, εικόνες, βίντεο και άλλα! Μια σελίδα για την αστεία πλευρά του FaceBook. Αστείες φωτογραφίες ,καταστάσεις, βίντεο και άλλα απο το Facebook είναι εδώ.