ια φορά κι έναν καιρό στην χωρά του Παραμυθιού εκεί που όλα τα όνειρα και οι επιθυμίες πραγματοποιούνται ζούσε μία γλυκιά κοπέλα…
Η κοπέλα αυτή λεγόταν Ηλιαχτίδα γιατί όταν γεννήθηκε ο ήλιος έλαμπε τόσο πολύ όσο και τα πρόσωπα των γονιών της όταν την απέκτησαν. Ήταν πολλοί ερωτευμένοι και το κοριτσάκι αυτό ήταν ότι χρειάζονταν για να νιώσουν ολοκληρωμένοι. Η Ηλιαχτίδα ήταν κοπέλα χαρισματική και ιδιαίτερη ,δεν ήταν η ομορφιά της που την ξεχώριζε αλλά ο χαρακτήρας της, ο τρόπος σκέψης της , ήταν αυτή και δεν έμοιαζε με άλλη…
Όλο το χωριό την αγαπούσε πολύ, ήταν πάντα πρόθυμη και ευγενική .Μια μέρα που η μικρή Ηλιαχτίδα γυρνούσε από το σχολείο σκέπτονταν μια ιστορία που τους είπε η δασκάλα. Η ιστορία μιλούσε για μια κοπέλα που είχε βρει την αλήθεια των νεράιδων, και την λάτρεψε με όλη της την καρδιά και την έζησε και σκέπτονταν τι τους είπε η δασκάλα για το μήνυμα αυτής της ιστορίας . «Τα όνειρα είναι σαν τα θαύματα, θα γίνουν πραγματικότητα μόνο αν πιστέψεις σε αυτά». Η Ηλιαχτίδα ήταν προβληματισμένη, μα πως ήταν δυνατό να υπάρχουν νεράιδες ,και αν υπάρχουν γιατί δεν εμφανίζονται και άλλα πολλά τυραννούσαν το μυαλουδάκι της. Δεν μπορούσε να βρει απαντήσεις και έτσι αποφάσισε να ρωτήσει την δασκάλα της. Την άλλη μέρα λοιπόν η Ηλιαχτίδα ξεκίνησε με ενθουσιασμό για το σχολείο της.
Πήγε στην δασκάλα της , της έσκασε ένα χαμόγελο και την ρώτησε : « Κυρία πως βρήκε η κοπέλα τις Νεράιδες, τι ξεχωριστό είχε εκείνη και τις είδε, πως έμοιαζαν, πόσο ήταν η κοπέλα, ήταν ψηλή, πως την έλεγαν?» , « χαχαχα μα πόσες ερωτήσεις καλή μου , συγνώμη μα δεν θα σου δώσω απαντήσεις, γιατί δεν χρειάζεται να ξέρεις όλα αυτά που με ρώτησες να ξέρεις όμως πως τις αληθινές απαντήσεις πάντα τις στέλνει η καρδιά στο μυαλό και το μυαλό στο στόμα» της χαμογέλασε και την παρακίνησε να καθίσει για ξεκινήσουν το μάθημα. Η δασκάλα τους είπε μία νέα ιστορία που έλεγε για έναν πρίγκιπα και μία πριγκίπισσα και την δυστυχία τους επειδή δεν μπορούσαν να κάνουν παιδιά και τους είπε η δασκάλα πως το δίδαγμα αυτής της ιστορίας είναι πως τα πιο σημαντικά πράγματα είναι δωρεάν και ανεκτίμητα.
Τα χρόνια περνούσαν και η Ηλιαχτίδα ακόμα σκέφτονταν αυτές τις ιστορίες… Μία μέρα πριν κλείσει τα 17 η Ηλιαχτίδα τριγυρνούσε μέσα στο δάσος για να βρει τις Νεράιδες, « είμαι αισιόδοξη έλεγε αφού μπόρεσε εκείνη η κοπέλα να τις βρει μπορώ και εγώ». Ήταν τόσο αφοσιωμένη με την αναζήτηση της που δεν είχε προσέξει πως κάποιος ήταν εκεί μέχρι που… έπεσε πάνω του. Η γλυκιά Ηλιαχτίδα χαμογέλασε ,σηκώθηκε απότομα και ζήτησε συγνώμη. «Γεια σου είμαι ο Ίσιντορ μην ζητάς συγνώμη δεν έγινε τίποτα, τι ψάχνεις όμως με τόσο ζήλο?» της είπε ο νεαρός ξένος. Όπα και τώρα τι κάνουμε σκέπτονταν η Ηλιαχτίδα, τι να του πω πως ψάχνω για νεράιδες? Θα με περάσει για τρελή!! « Ε , ψάχνω να βρω ένα σπάνιο λουλούδι, γι αυτό πρέπει να φύγω συγνώμη» , είπε η Ηλιαχτίδα και άρχισε να βαδίζει γρήγορα και αμήχανα. «Πως μοιάζει το σπάνιο λουλούδι που ψάχνεις?» ρώτησε ο Ίσιντορ. Αμάν, έλεγε από μέσα της η Ηλιαχτίδα απορίες που έχει αχ τι να του πω? «Δεν ξέρω πως μοιάζει» απάντησε με επιφανειακή ηρεμία η Ηλιαχτίδα , «η δασκάλα μας έδωσε ένα γρίφο για να το βρούμε».
Κάπου καλά είναι κρυμμένο δεν θα το βρεις αν προσπαθείς…
Είναι απ’ τα όνειρα βγαλμένο και αν το νιώσεις θα φοβηθείς…
Μα είναι υπέροχο και έχει άξια σαν το χρυσάφι του Φεγγαριού…
Και είναι αιώνιο και είναι δικό σου και έχει ομορφιά καλοκαιριού….
« Καλά και πως θα βρεις ένα λουλούδι που δεν ξέρεις πως μοιάζει» είπε ο Ίσιντορ έτοιμος να γελάσει. « Ε θα το βρω» απάντησε με ενοχλημένο τόνο η Ηλιαχτίδα και γύρισε την πλάτη της έτοιμη να φύγει. «Χμ μάλλον θα πρέπει να σε βοηθήσω» αποκρίθηκε ο Ίσιντορ «αλλά θα πρέπει να μου πεις το όνομα σου». «Με λένε Ηλιαχτίδα» και αυτό ήταν αρκετό για να φωτίσει τα βλέμματα τους…
Πέρασε καιρός και κάθε μέρα την ίδια ώρα οι δύο νέοι έψαχναν να βρουν το σπάνιο λουλούδι βάσει του γρίφου.
Ήρθε όμως η ώρα που κάποιος τους κατέστρεφε το όνειρο. Ο Ίσιντορ έπρεπε να παντρευτεί στα γενέθλια του μα τι θα της έλεγε , θα έπρεπε να της πει ποιος είναι , θα έπρεπε να την χάσει…
Ο Ίσιντορ δεν πήγε εκείνο το βράδυ στο σημείο συνάντησης, κι εκείνη κατάλαβε πως δεν θα ερχόταν, ένιωθε πως δεν θα τον έβλεπε πια, και δεν είχε νόημα πια να ψάχνει για το σπάνιο λουλούδι της. Γύρισε το κεφάλι της και κοίταξε το φεγγάρι, δάκρυσε και … πήρε τον δρόμο για το σπίτι. Προχωρούσε μέσα στο δάσος και δεν την ένοιαζε που σιγά -σιγά νύχτωνε ,προχωρούσε αργά ,σαν να μην έβλεπε, σαν να ήταν υπνωτισμένη. Ξαφνικά εμφανίστηκε μία κοπέλα από το πουθενά ήταν τόσο όμορφη , τόσο λαμπερή σαν κούκλα ψεύτικη. Ήταν μελαχρινή με όμορφες μπούκλες που φλέρταραν με τους ώμους της, λεπτή πολύ και είχε κάτι που την έκανε εξωπραγματική. «Γεια σου είμαι η Ίριδα πηγαίνεις κι εσύ στο χορό?» της είπε η όμορφη κοπέλα. «Όχι πηγαίνω στο σπίτι , πρέπει να φύγω, νυχτώνει, καλά να περάσεις στον χορό σου» απάντησε η Ηλιαχτίδα και κατέβασε το κεφάλι της και με ένα δισταχτικό βήμα άρχισε να βαδίζει. «Πως σε λένε?» ρώτησε η Ίριδα λες και ήθελε να την καθυστερήσει. «Ηλιαχτίδα με λένε» απάντησε και είδε την Ίριδα να της χαμογελά. «Λογικό τα ξανθά σου ίσια μαλλιά μοιάζουμε με ακτίνες ήλιου, και το χαμόγελο σου είναι ζεστό σαν τον ήλιο…. έχεις πολύ όμορφο όνομα Ηλιαχτίδα και ιδιαίτερο όπως εσύ..θέλεις να έρθεις μαζί μου στον χορό » της ζήτησε ευγενικά η Ίριδα. « Μα δεν μπορώ να πάω σε έναν χορό που δεν με έχουν καλέσει και άλλωστε δεν έχω τι να βάλω…». « Ο μα αυτό διορθώνεται το σπίτι μου είναι κοντά έλα..» και τότε η Ηλιαχτίδα την ακολούθησε χωρίς να σκεφτεί τίποτα ,ένιωθε πως μπορεί να την εμπιστευτεί.
Μετά από λίγο η Ηλιαχτίδα ήταν πιο αστραφτερή από το φως των αστεριών. Ξεκίνησαν για το Παλάτι …η Ηλιαχτίδα δεν καταλάβαινε αλλά δεν την ένοιαζε, ήταν σαν να προσπαθούσε να μην σκέφτεται .Έφτασαν στο παλάτι την κατάλληλη στιγμή. «Πριγκίπισσες από όλο τον κόσμο θα είναι εδώ για να διαλέξει γυναίκα ο Πρίγκιπας» είπε λίγο πριν μπουν η Ίριδα και μπήκαν μέσα οι δύο κοπέλες. Το παλάτι είχε λουλούδια παντού και ένα μεγάλο τραπέζι και αρκετά μακρύ γεμάτο φαγητά και ποτά … η Ηλιαχτίδα κοιτούσε σαστισμένη τον χώρο, άκουγε την μουσική, έβλεπε τους υπολοίπους ανθρώπους να χορεύουν, όμως δεν μπορούσε να χαμογελάσει, δεν το ένιωθε. Ξαφνικά ένας άντρας της τράβηξε την προσοχή… ήταν εκείνος ,ο Ίσιντορ. Την ώρα που κοίταξε ο Ίσιντορ την Ηλιαχτίδα ο χρόνος μοιάζει να σταμάτησε ήταν μόνο εκείνοι εκεί, και χωρίς να καταλάβουν πως ,είχε βρεθεί ο ένας στην αγκαλιά του άλλου ,δεν υπήρχαν λόγια ,ούτε εξηγήσεις μα ούτε και δισταγμοί. Όλα ήταν φανερά πια. Ο Ίσιντορ ζήτησε από την Ηλιαχτίδα, την Ηλιαχτίδα του να γίνει γυναίκα του και εκείνη δέχτηκε αμέσως, δεν είχε κάτι να σκεφτεί, τον αγαπούσε από την πρώτη στιγμή που ένιωσε την αμηχανία στο δάσος, από την πρώτη στιγμή που έψαχνε μέσα της για το σπάνιο λουλούδι. «Τώρα θα συνεχίσουμε να ψάχνουμε για το σπάνιο λουλούδι μας» είπε η Ηλιαχτίδα « αλλά δεν θα το βρούμε ποτέ, σου είπα ψέματα δεν έψαχνα για κανένα λουλούδι έψαχνα μία νεράιδα όμως τι να σου έλεγα θα με περνούσες για τρελή…». Τότε ο Ίσιντορ την πήρε από το χέρι άφησαν την μεγάλη σάλα με τον πολύ κόσμο -δεν τους χρειάζονταν αρκούσε που είχε ο ένας τον άλλο -και πήγαν έξω εκεί που τους έκρυβε η νύχτα και τους φώτιζαν τα αστέρια… την πήρε αγκαλιά και της είπε… « εγώ το βρήκα το σπάνιο λουλούδι μου που ψάχναμε , και είναι έτσι όπως έλεγε ο γρίφος κι αυτό το λουλούδι είναι το άνθος του Έρωτα και το βρήκα καλά κρυμμένο στην καρδιά σου». Η Ηλιαχτίδα ζούσε το απόλυτο «καλέ μου Ίσιντορ θα βρούμε την Νεράιδα? Λες να καταφέρω ποτέ να ζήσω το όνειρο που πίστεψα?» πριν προλάβει ο Ίσιντορ να απαντήσει η όμορφη Ίσιδα εμφανίστηκε διαφορετική από πριν… η Ηλιαχτίδα κατάλαβε πως ήταν εκείνη, η νεράιδα που έψαχνε όχι γιατί έμοιαζε αλλά γιατί πίστεψε πως είναι, το ζητούσε η καρδιά της… γιατί πίστεψε στο όνειρο και το όνειρο …. Έγινε πραγματικό…
Η Ίριδα χαμογέλασε σαν να της έλεγε "σωστά κατάλαβες …εμένα έψαχνες” και έφυγε…για να επιστρέψει στην καρδιά της ηλιαχτίδας εκεί που πάντα υπήρχε..!!
Και ζήσαμε εμείς καλά κι αυτοί το όνειρο…