Ο Πέτρος και ο παππούς του ήθελαν να πάνε στη Θεσσαλονίκη με λεωφορείο. O παππούς είπε στον Πέτρο: -Πήγαινε δες πότε φεύγει το λεωφορείο. Mετά από λίγο γυρίζει ο Πέτρος. Τον ρωτάει ο παππούς του: -Πότε φεύγει το λεωφορείο; -Στις 8. -Μα έχει φύγει. -Περίμενα να φύγει για να σιγουρευτώ.
Ήταν δύο αδελφάκια 8 και 10 χρόνων τόσο ζωηρά, που έμπλεκαν διαρκώς σε μπελάδες. Κάθε φορά που γινόταν κάτι περίεργο στη μικρή πόλη όπου ζούσαν, οι γονείς τους ήταν σίγουροι πως τα παιδιά τους ήταν ανακατεμένα με κάποιον τρόπο. Οι άνθρωποι είχαν πια χάσει την υπομονή τους ώστε αποφάσισαν κάποια μέρα να στείλουν τα παιδιά στον ιερέα της εκκλησίας της πόλης τους, μήπως και κατάφερνε να τα συνετίσει. Ο ιερέας συμφώνησε και τους ζήτησε να του στείλουν πρώτα τον μικρό και μετά το μεγαλύτερο. Όταν, λοιπόν, πήγε ο οκτάχρονος στην εκκλησία, κάθισε σε ένα σκαμνί απέναντι από τον ιερέα, ο οποίος κοιτάζοντάς τον για λίγο στα μάτια, τον ρωτάει: - Που είναι ο Θεός; Τίποτα ο μικρός. Ο ιερέας τον ξαναρωτάει: - ΠΟΥ είναι ο Θεός; Πάλι τίποτα ο μικρός. Δίνοντας μεγαλύτερη ένταση στη φωνή του, ο ιερέας ξαναρωτάει το μικρό κουνώντας με στόμφο το δείκτη του χεριού του: - ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ Ο ΘΕΟΣ; Αυτή τη φορά, ο πιτσιρίκος σηκώνεται απότομα από το σκαμνί και τρέχει βολίδα για το σπίτι του όπου πάει και κλείνεται μέσα στη ντουλάπα του δωματίου του. Το βλέπει αυτό ο μεγαλύτερος αδερφός και αφού ανοίγει τη ντουλάπα ρωτάει το μικρό τι συνέβη. - ’σε! του λέει εκείνος. Αυτή τη φορά είμαστε στ αλήθεια ΠΟΛΥ μπλεγμένοι! Έχασαν το Θεό και νομίζουν ότι εμείς τον κρύβουμε!
Ρωτά ο Μπόμπος τους φίλους τους, το Μίμη και τον Τάσο. Ποιο είναι το πιο γρήγορο πράγμα στον κόσμο; Η σκέψη, απαντά ο Μίμης. Όταν μου κατεβαίνει μια ιδέα όλα γίνονται αμέσως! Το φως, απαντά με τη σειρά του ο Τάσος. Μόλις ανοίγω το διακόπτη στο δωμάτιό μου αμέσως γεμίζει άπλετο φως! Η ΤΣΙΡΛΑ, φωνάζει ο Μπόμπος. Όταν μου ερχεται, ούτε να το σκεφτώ προλαβαίνω, αλλά ούτε και το φως της τουαλέτας προλαβαίνω να ανάψω για να βρεθώ καθισμένος στη λεκάνη!!!
Ο δάσκαλος διαβάζει την έκθεση του Τοτού: Έκανα μια βόλτα στο δάσος τις προάλλες και στη ρίζα μιας βελανιδιάς βλέπω ένα μικρό σωρό από πράσινα σκατά. "Αυτά τα σκατά θα ναι του φίλου μου του Γιάννη, που τρώει πολύ σπανάκι", σκέφτηκα. Παρακάτω πίσω από ένα πεύκο βλέπω κάτι κίτρινα σκατά. "Εδώ πρέπει να έχεσε ο φίλος μου ο Νίκος, που τρώει πολλές μπανάνες", σκέφτηκα. Λίγο παραπέρα βλέπω ένα σωρό από κοκκινωπά σκατά. "Ε, βάζω στοίχημα ότι αυτά είναι του φίλου μου του Κώστα, που τρώει πολλά κεράσια", σκέφτηκα... Τσαντισμένος ο δάσκαλος φωνάζει: - Τοτό, τι αηδίες είναι αυτές που έγραψες στην έκθεσή σου; - Μα, κύριε, διαμαρτύρεται ο Τοτός, το θέμα της έκθεσης δεν ήταν: "Ο φίλος στην ανάγκη φαίνεται;"
|