Ο Σέρλοκ Χολμς και ο βοηθός του Δρ. Γουάτσον πήγανε για κάμπινγκ. Αφού λοιπόν το βράδυ έφαγαν και ήπιαν το κρασάκι τους, την πέφτουν για ύπνο. Ξαφνικά, μέσα στα μαύρα μεσάνυχτα, ο Σέρλοκ σκουντάει τον Γουάτσον. - Γουάτσον, ξύπνα. Κοίτα πάνω και πες μου τι βλέπεις. - Τί να δώ, κ. Χολμς; Εκατομμύρια των εκατομμυρίων αστέρια. - Και τι συμπέρασμα βγάζεις από αυτό; - Κοιτάξε: Αστρονομικά, συμπεραίνω ότι υπάρχουν εκατομμύρια γαλαξίες στο σύμπαν και συνεπώς άπειρο πλήθος αστέρων και πλανητών. Αστρολογικά, ο σκορπιός πρέπει να βρίσκεται στο Λέοντα. Ωρολογικά, πρέπει να είναι περίπου τρεις και τέταρτο τα ξημερώματα. Μετεωρολογικά, μάλλον θα κάνει καλό καιρό αύριο. Θεολογικά, συμπεραίνω ότι ο Θεός είναι παντοδύναμος και ότι αποτελούμε ένα απειροελάχιστο και ασήμαντο κομμάτι του σύμπαντος. Εσείς τι συμπεραίνετε κ. Χολμς; - Ότι μας έκλεψαν τη σκηνή, ανόητε!
Μπαίνει ένας τύπος στο μπάρ, σκαρφαλώνει σε μία καρέκλα και φωνάζει. - Μπάρμαν, πιάσε μου ένα ουίσκι διπλό, κέρνα τον κόσμο εδώ που κάθεται, κέρνα και τις δύο σερβιτόρες, πιες και εσύ ένα στην υγειά μου. Πάει δύο η ώρα τα ξημερώματα, σηκώνεται να φύγει ο τύπος. Τον πιάνει ο μπάρμαν. - Πού πας εσύ; Δεν θα πληρώσεις; - Έλα ρε συ, άνθρωποι είμαστε. Την μία μέρα έχουμε, την άλλη δεν έχουμε. Θα στα φέρω αύριο. - Καλά, λέει ο μπάρμαν. Το άλλο βράδυ, πάλι ο ίδιος τύπος: - Μπάρμαν, πιάσε μου ένα ουίσκι διπλό, κέρνα τον κόσμο εδώ που κάθεται, κέρνα και τις δύο σερβιτόρες, πιες και εσύ ένα στην υγειά μου. Στις 2 τα ξημερώματα, ξανασηκώνεται να φύγει. - Που πάς χωρίς να πληρώσεις;! τον ρωτάει ο μπάρμαν. - Έλα ρε συ, άνθρωποι είμαστε. Την μία μέρα έχουμε, την άλλη δεν έχουμε. Θα στα φέρω αύριο. Τον πιάνει ο μπάρμαν, τον πάει έξω και τον πλακώνει στο ξύλο. Μετά από καιρό ξανάρχεται ο ίδιος τύπος. - Μπάρμαν, πιάσε μου ένα ουίσκι διπλό, κέρνα τον κόσμο εδώ που κάθεται, κέρνα και τις δύο σερβιτόρες. Αλλά εσένα κερατά δεν σε κερνάω, γιατί όταν πίνεις δεν ξέρεις τί κάνεις!
- Τι βρωμάει έτσι; - Το βρωμόκρυο!
Ήταν ένα αγοράκι και πλησίαζαν οι απόκριες και λέει στον πατέρα του: - Μπαμπά θέλω να μου πάρεις ένα ένα κόκκινο φόρεμα για τις απόκριες. - Παιδί μου τι θα το κανείς το κόκκινο φόρεμα; Τι θα ντυθείς; - Κόκκινοσκουφιτσα! λέει το παιδί. Μετά πάει ο πατέρας του σε ένα παιδοψυχολόγο και του λέει με ντροπή : - Γιατρέ μου, το αγόρι μου, ο μοναχογιός μου θέλει να ντυθεί κοκκινοσκουφίτσα! - Ησυχάστε, του λέει ο γιατρός, δεν είναι τίποτα, θα του περάσει με τον καιρό. Αλλά εσείς πρέπει να του κάνετε ότι σας ζητήσει! Τον άλλο χρόνο πάλι τις απόκριες λέει το παιδί στον πατέρα του: - Μπαμπά θέλω να μου πάρεις ένα γαλάζιο φόρεμα, γόβες και ένα στέμμα! - Τι θα ντυθείς αγόρι μου; - Πριγκίπισσα της νύχτας! Πάει ο πατέρας του παιδιού πάλι στον παιδοψυχολόγο και του λέει με το κεφάλι κατεβασμένο: - Γιατρέ, το παιδί μου θέλει να ντυθεί πριγκίπισσα της νύχτας! - Ησυχάστε, όπως σας είπα θα του περάσει δεν είναι τίποτα! του λέει ο γιατρός πάλι. Του χρόνου πάλι τις απόκριες το παιδί πηγαίνει στον πατέρα του και του λέει : - Πατέρα θέλω ένα σπαθί, σανδαλια και ένα σπαθί. Ο πατέρας γεμάτος χαρά διακόπτοντας το παιδί πηγαίνει στον γιατρό και του λέει: - Γιατρέ, το παιδί μου έγινε καλά. - Είδατε τι σας έλεγα; Ήταν θέμα χρόνου να γίνει καλά! Φεύγοντας ο πατέρας από το γιατρό τον ευχαρίστησε και πήγε σπίτι. - Παιδί μου ξέχασα να σε ρωτήσω τι θα ντυθείς; ρωτάει ο πατέρας. Και ο γιος του: - Ζίνα, πατέρα! Ζίνα!
|