Λέει ο δικαστής στον κλέφτη: - Καλά, όταν έκλεβες δεν σκέφτηκες καθόλου την γυναίκα και τα παιδιά σου; - Ε, το μαγαζί είχε μόνο αντρικά πράγματα!
Στο συνεργείο: - Δεν μπόρεσα να σας φτιάξω τα φρένα, αλλά δυνάμωσα την κόρνα.
Λέει ο Γιώργος στον φίλο του τον Πέτρο: - Ρε συ, να δεις πόσο γινάτι(πείσμα) έχω. Προχθές με πονούσε αυτό το μπροστινό δόντι, με πέθανε στον πόνο σου λέω και πάω στον γιατρό και του λέω να μου τα βγάλει όλα τα δόντια αλλά έτσι για γενάτι να μου αφήσει αυτο που πονάει. Και έτσι τα'βγαλε όλα και άφησε αυτό που πονάει. Έτσι για γινάτι. - Σιγά το γινάτι, λέει ο Πέτρος. Έγω να δεις τι γινάτι έχω. Πριν από 20 χρόνια στην βραδιά του γάμου μου η γυναίκα μου το έπαιζε δύσκολη και δεν μου καθόταν. Και εγώ μετα δεν έκανα τίποτε μαζί της, έτσι για να μάθει. Είκοσι ολόκληρα χρόνια πέρασαν και ακόμη τίποτα. Ο πρώτος φίλος ο Γιώργος έμεινε για λίγο σκεπτικός και στη συνέχεια ρωτάει: - Και δε μου λες, ρε συ... Εσύ δεν έχεις τρια παιδιά; Αυτά δηλαδή πώς γίνανε; - Πού θες να ξέρω;! Από γινάτι δε τη ρωτάω.
Προσέξτε μην σας συμβεί.....
Πριν από δύο εβδομάδες ήταν τα 45α γενέθλια μου και δεν αισθανόμουν ιδιαίτερα καλά γι αυτό. Κατέβηκα να πάρω το πρωινό μου ξέροντας ότι η γυναίκα μου θα μου έφτιαχνε το κέφι με τις ευχές της και ίσως και με κάποιο δώρο. Όχι μόνο δεν μου ευχήθηκε, δεν είπε ούτε "καλημέρα"! "Καλά να πάθεις, που θελες και παντρειές", σκέφτηκα. Παρηγορήθηκα όμως γιατί φανταζόμουνα ότι τα παιδιά θα το θυμόντουσαν. Τα παιδιά όμως κατέβηκαν για πρωινό και δεν είπαν λέξη. Όταν έφτασα στο γραφείο, ήμουν τελείως πεσμένος και απογοητευμένος. Καθώς έμπαινα, η γραμματέας μου η Τζάνετ μου είπε, "Καλημέρα κύριε διευθυντά, Ευτυχισμένα Γενέθλια." Αισθάνθηκα καλύτερα, κάποιος τουλάχιστον με θυμήθηκε. Δούλεψα μέχρι το μεσημέρι. Κάποια στιγμή, η Τζάνετ μου χτύπησε την πόρτα και είπε, "Ξέρετε, Έξω έχει υπέροχο καιρό και μια και είναι τα γενέθλια σας, τι θα λέγατε να πηγαίναμε για γεύμα οι δυο μας;" "Αυτό είναι η καλύτερη ιδέα που άκουσα σήμερα. Πάμε". Πήγαμε για φαγητό. Δεν πήγαμε εκεί που τρώγαμε συνήθως αλλά σε ένα μικρό απομονωμένο μέρος στην εξοχή. Πήραμε δύο μαρτίνι και απολαύσαμε φοβερά το γεύμα μας. Κατά την επιστροφή μου είπε, "Μια τόσο όμορφη μέρα δεν χρειάζεται να επιστρέψουμε στο γραφείο, έτσι;" "Υποθέτω πως όχι" απάντησα εγώ. "Πάμε στο διαμέρισμά μου", μου είπε εκείνη. Φτάνοντας στο διαμέρισμα μου είπε, "Κύριε διευθυντά, αν δεν σας πειράζει, θα πάω στο υπνοδωμάτιο να βάλω κάτι πιο άνετο." "Βεβαίως", απάντησα ενθουσιασμένος. Πήγε στο δωμάτιο και, μετά από κανένα πεντάλεπτο, βγήκε κρατώντας μια τούρτα γενεθλίων, ακολουθούμενη από τη γυναίκα μου, τα παιδιά, και ντουζίνες ολόκληρες από οικογενειακούς φίλους. Όλοι τραγουδούσαν το τραγουδάκι των γενεθλίων... και εγώ καθόμουν εκεί, στον καναπέ... θεόγυμνος.
|