Χρόνια μετά, όμως, αποδεικνύεται ότι η ομολογία του δεν ήταν παρά αποκύημα της φαντασίας του και αυτός ένας απλός μυθομανής, που έμεινε τόσα χρόνια στη φυλακή για φόνους που δεν έκανε.
Μέσα στον Αύγουστο κυκλοφόρησε στη Σουηδία το βιβλίο του δημοσιογράφου Χάνες Ράσταμ «Τόμας Κουίκ: Η δημιουργία ενός κατά συρροή δολοφόνου», ο οποίος, δυστυχώς, λίγες ημέρες αργότερα πέθανε από καρκίνο.
Σε αυτό υποστηρίζεται ότι ο αιμοσταγής δολοφόνος δεν ήταν παρά ένας παθολογικός ψεύτης.
Από το 1975 έως το 1985 είχαν διαπραχθεί 30 δολοφονίες σε Σουηδία, Νορβηγία, Δανία και Φινλανδία, στις οποίες δεν είχαν βρεθεί οι δολοφόνοι.
Ο Κουίκ συνελήφθη και οδηγήθηκε στο Δικαστήριο το 1990 για μια ένοπλη ληστεία. Οι δικαστές τότε έκριναν ότι πρέπει να ακολουθήσει ψυχοθεραπεία. Στη διάρκεια των συνεδριών περιέγραφε με ακρίβεια στους ψυχοθεραπευτές τους φόνους, που στη συνέχεια του καταλογίσθηκαν. Μάλιστα, το έκανε με κάθε λεπτομέρεια, αναλύοντας το πώς στραγγάλιζε, βίαζε, μαχαίρωνε, τεμάχιζε και έτρωγε τα θύματά του.
Το περίεργο είναι πως κατάφερνε να περιγράφει με λεπτομέρειες τα υποτιθέμενα εγκλήματά του. Όπως αποδεικνύεται, συγκέντρωνε το υλικό της μυθοπλασίας του από μια βιβλιοθήκη της Στοκχόλμης και αποκόμματα παλιών εφημερίδων που αφορούσαν ανεξιχνίαστα εγκλήματα.
Η έρευνά του ήταν εξονυχιστική. Μπορούσε να περιγράψει στις καταθέσεις του με λεπτομέρειες ακόμα και τα όπλα που χρησιμοποίησε στις δολοφονίες, ακόμη και να δώσει πληροφορίες για την εμφάνιση και τα ρούχα που φορούσαν τα (υποτιθέμενα) θύματά του.
Μάλιστα, όταν του απαγγέλθηκαν και επίσημα οι κατηγορίες, οι δικηγόροι του και ο ίδιος ο Κουίκ απέκτησαν πρόσβαση σε ακόμα περισσότερες πληροφορίες, γεγονός που τον βοήθησε να κάνει τις ιστορίες του ακόμα πιο πειστικές.
Χρόνια αργότερα και συγκεκριμένα το 2008, σε μια αποκλειστική συνέντευξη που έδωσε στον Ράσταμ, ενώ ακόμα κρατούταν σε ψυχιατρική κλινική, αναίρεσε τις ομολογίες του.
Η έρευνα της Αστυνομίας, μετά την αποκάλυψη αυτή, απέδειξε ότι αυτή τη φορά δεν έλεγε ψέματα.
Αρχικά, μέσα στην ανυπομονησία τους οι Αρχές να «κλείσουν» τις υποθέσεις, αποδέχθηκαν με ευκολία τα όσα έλεγε ο μυθομανής Τόμας Κουίκ, χωρίς να κάνουν την παραμικρή διασταύρωση στοιχείων. Ούτε αποτυπώματα συνέκριναν, ούτε γενετικό υλικό συνέλεξαν.
Αυτό, βέβαια, συνεπάγεται, ότι οι πραγματικοί ή ο πραγματικός δολοφόνος παραμένουν ασύλληπτοι, προκαλώντας αναστάτωση στην κοινή γνώμη, αλλά και στους συγγενείς των θυμάτων που απαιτούν να εντοπιστούν οι δράστες και να πληρώσουν για τα εγκλήματά τους.