Κόμη Βερενίκης ή απλά Κόμη ή και Πλόκαμος,(Λατινικά: Coma Berenices ή Coma, συντομογραφία: Com) είναι αστερισμός του βορείου ουράνιου ημισφαιρίου που (κατόπιν εισήγησης του Τύχο Μπράχε 1602, εισήχθηκε για πρώτη φορά το 1603 στην Ουρανομετρία, αποχωριζόμενος έκτοτε από τον αστερισμό του Λέοντα. Αποτελεί έναν από τους 88 επίσημους αστερισμούς που θέσπισε η Διεθνής Αστρονομική Ένωση. Είναι αμφιφανής στην Ελλάδα. Ο αστερισμός αυτός βρίσκεται μεταξύ των αστερισμών Λέοντος και Βοώτου, πάνω από την Παρθένο και νότια των Θηρευτικών Κυνών. Περιλαμβάνει συνολικά 37 ορατά με γυμνό μάτι αστέρια, από 3ου μέχρι 6ου μεγέθους, από τα οποία τα περισσότερα είναι πολύ αμυδρά, και τα οποία αποτελούν το άθροισμα εκείνων των αστέρων που ο Πτολεμαίος αναφέρει στον «Κατάλογο της Μαθηματικής Σύνταξής» του ως Πλόκαμον.
Ο με αριθμό 42 αστέρας του αστερισμού της Κόμης είναι διπλός και μάλιστα από τους πλέον αξιοσημείωτους. Ανακαλύφθηκε το 1827, οι δε συνιστώντες αυτόν αστέρες είναι ίσης λαμπρότητας, 5,2 μεγέθους. Αυτοί περιφέρονται γύρω από το κοινό κέντρου βάρους των εντός 25 και 1/3 γήινων ετών. Στη πραγματικότητα το σύνολο των αστέρων του αστερισμού αυτού αποτελεί ένα από τα καλουμένα ανοικτά σμήνη, δηλαδή άθροισμα αστέρων που περιστρέφονται γύρω από ένα κοινό κέντρο μάζας, που απέχει από τη Γη 264 έτη φωτός. Επίσης προς την κατεύθυνση του αστερισμού τούτου βρίσκεται ένα μεγάλο - ίσως το μεγαλύτερο - σμήνος γαλαξιών στο οποίο θεωρητικά περιλαμβάνονται περισσότεροι από 3.000 γαλαξίες.
Ο αστερισμός οφείλει το όνομά του σε μια ιστορία που φτάνει ως τις μέρες μας από την πτολεμαϊκή Αίγυπτο, και συγκεκριμένα όταν στο θρόνο βρισκόταν ο Πτολεμαίος Γ' Ευεργέτης και η σύζυγός του Βερενίκη Β'. Λίγο μετά το γάμο τους, ο Πτολεμαίος αναχώρησε από την Αίγυπτο για να υποστηρίξει την αδερφή του, που ονομαζόταν επίσης Βερενίκη, στον Τρίτο Συριακό Πόλεμο. Ο Καλλίμαχος συγκεκριμένα αναφέρει πως την άφησε στο νυφικό της κρεβάτι. Ο θρύλος λέει πως η Βερενίκη αφιέρωσε στη θεά Αφροδίτη, και συγκεκριμένα στο ναό της στο Ζεφύριο, τα πλόυσια και πανέμορφα μαλλιά της, προκειμένου ο Πτολεμαίος να επιστρέψει ασφαλής. Ο φαραώ επέστρεψε πράγματι έχοντας συλλέξει μια σειρά από νίκες το 245 π.Χ., και η Βερενίκη εκπλήρωσε το τάμα της. Την άλλη μέρα όμως τα μαλλιά της είχαν εξαφανιστεί από το ναό. Ο Κόνων από τη Σάμο, ένας μαθηματικός και αστρονόμος που ζούσε στην αυλή του φαραώ, υποστήριξε πως οι θεοί τοποθέτησαν τη χαμένη κόμη ανάμεσα στα αστέρια. Ο αστερισμός αυτός φέρει ακόμη και σήμερα το όνομα "Coma Berenice" (Η Κόμη της Βερενίκης). Το γεγονός μετέτρεψε σε ποίημα ο Καλλίμαχος από το οποίο σώζωνται μικρά αποσπάσματα. Ωστόσο διασώζεται μια ρωμαϊκή μετάφραση του από τον Κάτουλλο.
Κόραξ (Λατινικά: Corvus, συντομογραφία: Crv) είναι αστερισμός που σημειώθηκε στην αρχαιότητα από τον Πτολεμαίο και είναι ένας από τους 88 επίσημους αστερισμούς που θέσπισε η Διεθνής Αστρονομική Ένωση. Ο Κόραξ βρίσκεται ολόκληρος στο νότιο ημισφαίριο της ουράνιας σφαίρας, αλλά είναι στο σύνολό του ορατός από την Ελλάδα. Συνορεύει μόνο με τρεις άλλους αστερισμούς, την Παρθένο, τον Κρατήρα και την Ύδρα. Διακρίνεται ως χαρακτηριστικό τετράπλευρο σχήμα.
Παρά τις μικρές του διαστάσεις στην ουράνια σφαίρα, ο Κόραξ έχαιρε μεγάλης εκτιμήσεως από τους αρχαίους Έλληνες και Ρωμαίους. Αντιπροσώπευε το ιερό πτηνό του θεού Απόλλωνος σε συνδυασμό με το μαντικό του χάρισμα, καθώς ο Φοίβος είχε μεταμορφωθεί σε κόρακα κατά τη Γιγαντομαχία. Σύμφωνα με τον μύθο της Κορωνίδος και της απιστίας της προς τον Απόλλωνα, όταν ο κόρακας ανέφερε στο αφεντικό του τα δυσάρεστα νέα, ο Απόλλωνας άλλαξε το χρώμα του από ασημένιο σε μαύρο (Οβίδιος, Μεταμορφώσεις). Κατά έναν άλλο μύθο, ο κόρακας στάλθηκε με ένα κύπελλο για νερό, καθυστέρησε σε μία συκιά μέχρι που τα σύκα της ωρίμασαν, και μετά επέστρεψε στον θεό με ένα νερόφιδο στα νύχια του και ένα ψέμα στο στόμα του, δικαιολογούμενος ότι το φίδι υπήρξε η αιτία της καθυστερήσεώς του. Ο Απόλλων τότε τιμώρησε τον κόρακα καρφώνοντάς τον για πάντα στον ουρανό μαζί με το κύπελλο (ο αστερισμός Κρατήρ) και το νερόφιδο (την Ύδρα). Από τους μύθους αυτούς προέρχονται οι λατινικές ονομασίες για τον αστερισμό Phoebo Sacer ALes (Μανίλιος), Phoebeius Ales (Οβίδιος), Avis Ficarius (= το πουλί των σύκων) και Emansor (= ο καθυστερών). Ο Άρατος περιγράφει τον Κόρακα να ραμφίζει τις κουλούρες της Ύδρας. Οι Άραβες αποκαλούσαν τον Κόρακα Al Ghurab (το κοράκι), αλλά αρχικώς οι 4 βασικοί αστέρες του ήταν Al Arsh al Simak al Azal, δηλαδή ο Θρόνος του Αόπλου, που αναφέρεται στον αστέρα Στάχυ της Παρθένου. Εδώ βρίσκονταν τα οπίσθια του τεράστιου ουράνιου λιονταριού των Αράβων (όχι του σημερινού αστερισμού Λέοντος), ενώ άλλο αραβικό όνομα ήταν το Al Hiba, η σκηνή, συνοδευόμενη από το επίθετο Yamaniyah, η νότια, για να ξεχωρίζει από εκείνη στον Ηνίοχο. Παρόμοια και στους Ινδούς ο Κόραξ συνιστούσε τμήμα ενός ευρύτερου αστερισμού, του πελώριου Praja-pati, του οποίου σχημάτιζε το χέρι, αυτό το όνομα πάντως συγχέεται και με τον Ωρίωνα. Η κεφαλή της μορφής ήταν ο Στάχυς και τα πόδια οι α, β Ζυγού, ενώ η μορφή στεκόταν πάνω στα β, δ και π Σκορπίου. Βέβαια η Αβέστα αναφέρει ένα αστρικό κοράκι, τον Eorosch, αλλά το αν και πώς συμπίπτει με τον Κόρακα είναι άγνωστο. Οι βασικοί αστέρες του Κόρακος έχουν επίσης ταυτισθεί με το Kurra (άλογο) των Ακκαδίων. Οι Εβραίοι γνώριζαν τον αστερισμό ως Orebh ή Orev (= το κοράκι), ενώ οι Κινέζοι ως τμήμα του μεγάλου τους «Κόκκινου Πουλιού» με ξεχωριστούς αστέρες του να είναι ένα «Αυτοκρατορικό `Αρμα» επί του ανέμου. Κατά τις ιουδαιοχριστιανικές αναπαραστάσεις των ουράνιων μορφών ο Κόραξ προσομοιώθηκε με το κοράκι του Νώε που πετούσε πάνω από τον Κατακλυσμό καθώς δεν υπήρχε ξηρά για να προσγειωθεί, ή με ένα από τα κοράκια που τάιζαν τον Προφήτη Ηλία. Αλλά ο Ιούλιος Σίλερ συνεδύαζε ένα τμήμα του με τον Κρατήρα και έλεγε ότι το σύνολο ήταν η Κιβωτός της Διαθήκης.
Κρατήρ (Λατινικά: Crater, συντομογραφία: Crt) είναι αστερισμός που σημειώθηκε στην αρχαιότητα από τον Πτολεμαίο και είναι ένας από τους 88 επίσημους αστερισμούς που θέσπισε η Διεθνής Αστρονομική Ένωση. Ο Κρατήρ βρίσκεται ολόκληρος στο νότιο ημισφαίριο της ουράνιας σφαίρας, αλλά είναι στο σύνολό του ορατός από την Ελλάδα. Συνορεύει με τους εξής 5 αστερισμούς: Λέοντα, Εξάντα, Ύδρα, Κόρακα και Παρθένο. Είναι δυσδιάκριτος αστερισμός, αφού όλοι οι αστέρες του είναι αμυδρότεροι του τρίτου μεγέθους.
Αρχικώς στην αρχαία Ελλάδα αντιπροσώπευε τον Κάνθαρον (ποτήρι με πόδι) του Απόλλωνα, αλλά επεκράτησε η ονομασία Κρατήρ, δηλαδή ανοικτό αγγείο όπου γινόταν η ανάμιξη (κράσις) του οίνου με νερό για να γίνει «κρασί». Μερικές άλλες ελληνικές ονομασίες ήταν Κάλπη, Αργείον, Υδρείον και Υδρία. Αντιστοίχως και στους Ρωμαίους: Urna, Calix, Scyphus ή, πιο ποιητικά, Poculum. Ο Μανίλιος τον χαρακτηρίζει "gratus Iaccho Crater", συνεπώς οι Ρωμαίοι χρησιμοποιούσαν και τη σημερινή διεθνή ονομασία (αμετάφραστη μεταγραφή του ελληνικού ονόματος) για τον Κρατήρα. Ως ιδιοκτήτες του σκεύους έχουν υποτεθεί και οι Βάκχος, Ηρακλής, Αχιλλέας, Διδώ, Δημοφώντας και Μήδεια. Ο J.F. Hewitt συνέδεε τον Κρατήρα με το κύπελλο soma της πανάρχαιας Ινδίας και με τη Mummu Tiamut των Ακκαδίων, τη μάνα του ουρανού και της γης, τέκνο της Tia-mut, της μητέρας (mut) των ζώντων όντων (tia). Οι Άραβες αποκαλούσαν τον Κρατήρα Al Ma'laf (το παράπηγμα), αλλά όταν δέχθηκαν την ελληνική επιρροή τον ονόμασαν Al Batiyah, το περσικό Badiye και το Al Batinah του Al Achsasi, που όλα σημαίνουν πήλινο δοχείο για την αποθήκευση υγρών. Μία άλλη τους ονομασία, η Al Kas (= ρηχή λεκάνη) έδωσε το Alhas των Αλφόνσειων Πινάκων και τα Alker, Elkis, Alkes. Το τελευταίο κατέληξε σήμερα ως ιδιαίτερο όνομα του αστέρα α (άλφα) Κρατήρος. Οι Αλφόνσειοι Πίνακες δίνουν και το εκλατινισμένο όνομα Patera, Vas και Vas aquarium. Αντιστοίχως οι Εβραίοι ήξεραν τον Κρατήρα ως Cos, δηλαδή κύπελλο. Οι παράδοξοι τίτλοι Elvarad και Pharmaz του Τζιοβάνι Ριτσιόλι παραμένουν ανεξήγητοι. Ο κρατήρας ως αστρική μορφή φαίνεται να ήταν άγνωστος στην αρχαία Αίγυπτο, μολονότι ο Βρετανός αστρονόμος και ναύαρχος William H. Smyth (1788-1865) μας πληροφορεί για ένα μικρό αρχαίο αγγείο της συλλογής Warwick με επιγραφή μεταφραζόμενη ως εξής: «Οι σοφοί αρχαίοι γνώριζαν πως, όταν ο Κρατήρ άρχιζε να φαίνεται, τότε η γόνιμη πλημμύρα του Νείλου είχε φθάσει στο μέγιστο ύψος της» Τα κυριότερα άστρα του Κρατήρος μαζί με τον χ Ύδρας και άλλα άστρα αυτής ήταν ο δέκατος σεληνιακός οίκος (sieu) των Κινέζων, ο Yh, Yih ή Yen (= οι Πτέρυγες), αλλά ολόκληρος ο αστερισμός ίσως ήταν ο «Ουράνιος Σκύλος» που τόξευσε ο θεός Chang, ο θεός του ένατου σεληνιακού οίκου. Κατά τις ιουδαιοχριστιανικές αναπαραστάσεις των ουράνιων μορφών (κυρίως 17ος αι. μ.Χ.) ο Καίσιος έθεσε ως Κρατήρα το κύπελλο του Ιωσήφ που βρέθηκε μέσα στον σάκο του Βενιαμίν, είτε μία από τις πέτρινες υδρίες της Κανά, είτε το άγιο Δισκοπότηρο του Μυστικού Δείπνου. Αλλά ο Ιούλιος Σίλερ έλεγε ότι μαζί με ένα τμήμα του Κόρακος ήταν η Κιβωτός της Διαθήκης.
Κύνες Θηρευτικοί (Λατινικά: Canes Venatici, συντομογραφία: CVn) είναι αστερισμός του βορείου ημισφαιρίου που σημειώθηκε πρώτη φορά το 1690, στο Firmamentum Sobiescianum του Hevelius, και είναι ένας από τους 88 επίσημους αστερισμούς που θέσπισε η Διεθνής Αστρονομική Ένωση. Είναι αμφιφανής στην Ελλάδα. Το όνομά του σημαίνει «Σκυλιά του κυνηγιού», λαγωνικά, και είναι από τους λίγους βόρειους αστερισμούς που δεν ορίστηκαν από τους αρχαίους `Ελληνες: Ο Πτολεμαίος ταξινομούσε τους αστέρες του στη Μεγάλη `Αρκτο. Ο Εβέλιος τον κατέστησε ξεχωριστό αστερισμό διακρίνοντας εκεί τα δύο αγαπημένα κυνηγόσκυλα του Βοώτου, τον Αστερίωνα και τη Χαρά, να τον συνοδεύουν ενώ βγαίνει να κυνηγήσει αρκούδες (τις «άρκτους»). Ως αστερισμός, οι Θηρευτικοί Κύνες συνορεύουν με τους αστερισμούς Βοώτη, Μεγάλη Άρκτο και Κόμη Βερενίκης. Ο λαμπρότερος αστέρας του αστερισμού είναι ο α Θηρευτικών Κυνών, γνωστός και με το ιδιαίτερο όνομα Καρδία Καρόλου. Ο δεύτερος λαμπρότερος είναι η Χαρά.
|