Πνίγεται ένας άνδρας στον ωκεανό. Καθώς πνίγεται περνάει ένα πλοίο. - Φίλε, ανέβα να σε σώσουμε. - Δεν θέλω. Θα με σώσει ο Θεός. - Μα θα πεθάνεις. - Όχι, φύγετε. Φεύγει το πλοίο. Μετά από ώρες περνάει ένα άλλο πλοίο. - Ευτυχώς που σε βρήκαμε! Ανέβα πάνω. - Όχι, φύγετε! Θα με σώσει ο Θεός. - Μα θα πνιγείς! - Φύγετε! Δεν ανεβαίνω! Τελικά πνίγεται. Πάει στον παράδεισο και ψάχνει τον Θεό. - Ρε Θεέ, γιατί δεν με έσωσες; Και του απαντάει ο Θεός: - Ρε είσαι τελείως ηλίθιος; Δεν σου έστειλα δύο πλοία;
Ο Χάρος, μετά από πολλά χρόνια δουλειάς βγήκε στην σύνταξη. Βαριότανε όμως και αποφάσισε να δουλεύει λίγες ώρες την ημέρα σαν ταξιτζής. Τον παίρνει τηλέφωνο μια γριούλα και κλείνει ραντεβού για ταξί. Πάει ο Χάρος στην ώρα του, χτυπάει το κουδούνι και λέει: - Γεια σας, ήρθα να σας πάρω. Τρομάζει η γριούλα, πάει να λιποθυμήσει και λέει: - Να με πάρεις; Μα δεν είναι ακόμα η ώρα μου! Και απάνταει ο Χάρος: - Εεεε, πώς δεν ήρθε η ώρα σου; 4:30 δεν μου είπες να έρθω;
Η δραχμή πέθανε και εμφανίστηκε ενώπιον του Αγίου Πέτρου για να κριθεί. Ο άγιος πέτρος έστειλε στον παράδεισο όλα τα κέρματα εκτός από τα πεντοχίλιαρα και τα δεκαχίλιαρα. - Αγιε μας, εμάς γιατί μας στέλνεις στην κόλαση; Τι σου κάναμε; - Ε, δεν σας είδα και ποτέ στην εκκλησία!
Ήταν ένας Γερμανός, ένας Γάλλος κι ένας Έλληνας και μετά από ένα ατύχημα που είχαν πέθαναν και οι τρεις. Εμφανίζεται ξαφνικά μπροστά τους ο άγιος Πέτρος και τους λέει: - Θα σας δώσω από μια ευκαιρία να δούμε αν θα πάτε στον παράδεισο ή στην κόλαση. Θα πετάξετε και οι τρεις από ένα αντικείμενο μέσα στη θάλασσα κι εγώ θα βούτηξω να το βρω. Αν το βρω θα πάτε στην κόλαση, αν όμως δεν το βρω θα πάτε στον παράδεισο.
Συμφώνησαν και οι τρεις με την πρόταση του αγίου και άρχισαν να σκέφτονται τι να πετάξουν. Πρώτος ήταν ο Γερμανός που πέταξε στη θάλασσα ένα κουμπί. Βουτάει ο άγιος Πέτρος και μετά από μισή ώρα βγαίνει με το κουμπί στο χέρι. - Δυστυχώς για σένα το βρήκα κι έτσι θα πας στην κόλαση, του λέει. Μετά ήρθέ η σειρά του Γάλλου ο οποίος αφού είδε πως ο άγιος βρήκε κάτι τόσο μικρό όσο ένα κουμπί, αποφάσισε να πετάξει μια τρίχα. Βουτάει ο άγιος, περνάει μια ώρα, περνάνε δυο ώρες και στο τέλος βγαίνει πάλι με την τρίχα στο χέρι. - Κι εσύ δεν τα κατάφερες, άρα κι εσύ θα πας στην κόλαση, είπε και στον Γάλλο. Τέλος ήρθε η σειρά του Έλληνα ο οποίος πέταξε κάτι μέσα στη θάλασσα. Βουτάει ο άγιος, περνάνε γύρω στις πέντε ώρες και στο τέλος βγαίνει χωρίς να κρατάει τίποτε στα χέρια του. - Δεν μπόρεσα να βρω αυτό που πέταξες και θα πας στον παράδεισο, όμως μπορείς σε παρακαλώ να μου λύσεις την απορία και να μου πεις τι ήταν; τον ρωτάει. Και η απάντηση του Έλληνα: - Depon αναβράζον!!!
Τρεις μπογιατζήδες, ένας Αλβανός, ένας Γερμανός και ένας Έλληνας, πέθαναν και πήγαν στον Παράδεισο. Ο Αγιος Πέτρος τους άνοιξε την πόρτα και τους λέει: - Καλώς τα παιδιά. Επιτέλους ήρθαν και τρεις χρήσιμοι άνθρωποι. Ρε παιδιά θέλω να βάψω την πόρτα του Παράδεισου. Για πες μου, λέει του Αλβανού, πόσα θέλεις για να τη βάψεις; - 600 ευρώ, λέει ο Αλβανός... - 600; Πώς τα λογάριασες; - Nα, 400 για μένα και 200 τα υλικά. - Εσύ, λέει του Γερμανού, πόσα θέλεις; - 900 ευρώ: 300 για μένα, 300 στην εφορία και 300 τα υλικά. - Και εσύ, λέει του Έλληνα, πόσα θέλεις; - 3.000 ευρώ, Αγιε Πέτρο. - 3.000; Τρελός είσαι; Πώς τα λογάριασες; - Αγιε Πέτρο, έλα πιο κοντά να μην μας ακούν. Ο Αγιος Πέτρος πήγε κοντά του και ο Έλληνας του ψιθυρίζει : - Ακουσε να δεις, 1.000 για σένα, 1.000 για μένα, 400 στο Γερμανό για να το βουλώσει και 600 θα δώσουμε στον Αλβανό για να βάψει την πόρτα...
Ένας δικηγόρος πεθαίνει και πάει στον παράδεισο. Τον υποδέχεται ο Αγιος Πέτρος που κρατά μαζί του μια λίστα. - Αυτή η λίστα, λέει ο Αγιος, έχει όλες σου τις αμαρτίες. Ξεκινά να διαβάζει: - Υπερασπίστηκες μια εταιρία που μόλυνε τη θάλασσα, ενώ ήξερες πως ήταν ένοχη, απλώς επειδή θα σε πλήρωναν καλά. Υπερασπίστηκες ακόμη ένα φονιά ενώ ήξερες πάλι πως ήταν ένοχος, επειδή θα σου έδινε μεγάλη αμοιβή. Συνεχίζει το κατεβατό ο Αγιος ώσπου ο δικηγόρος ξεσπά: - Κάτσε ρε συ, αφού έχω κάνει και φιλανθρωπίες στη ζωή μου! - Πράγματι, λέει ο άγιος, εδώ κάτω γράφει πως έδωσες κάποτε 50 λεπτά σε έναν άπορο στο δρόμο καθώς και άλλα 20 ως φιλοδώρημα σε έναν άλλο φτωχό σερβιτόρο. Γυρνά λοιπόν στον άγγελο που κράταγε τα κατάστιχα και του λέει: - Δωσ' του 70 λεπτά και πες του να πάει στο Διάολο!
|